Πέρασε το απόγευμα μέσα στα σκοτάδια του δωματίου του, μην έχοντας για άλλη μια φορά πού να πάει. Δεν τον είχαν καλέσει πουθενά, όμως κι ο ίδιος ήξερε: όπου κι αν πήγαινε θα βαριόταν αφόρητα. Θα έμπλεκαν πάλι σε κάποια συζήτηση πολιτικού ή κοινωνικού ενδιαφέροντος, θα προσπαθούσαν να πείσουν ο ένας τον άλλον, θα κατέληγαν σε ενοχλημένα βλέμματα και μακρόσυρτες σιωπές. Θα αποχαιρετίζονταν μουδιασμένοι και με την υπόσχεση στα μάτια να μην ξαναβρεθούν σύντομα.
Οι άνθρωποι τού ήταν αναγκαίοι, του άρεσε να παίζει μαζί τους, να τους ανταγωνίζεται, να τους τσιγκλάει, να τους εξερευνά μέσα από χιλιάδες ερωτήσεις και έξυπνα κόλπα συναναστροφής. Αλίμονο, δεν ήταν όμως αυτός ο σκοπός του. Ήθελε οι άλλοι να τον ανακαλύψουν μέσα απ’ όλα αυτά, να τον καταλάβουν, να τον αποδεχθούν. Έψαχνε απελπισμένα για συμπαίκτες.
Οι άλλοι αρνούνταν πεισματικά να συμμετάσχουν ενεργά στο παιχνίδι του. Στο παιχνίδι, που ήθελε πάντα εκείνος να θέτει τους όρους. Ένοιωθαν απειλή, ένοιωθαν να αγωνίζονται σε ξένη έδρα. Ένοιωθαν τους οπαδούς στο μυαλό του έτοιμους να τους γιουχάρουν. Ίσως και να τους πέταγαν παλιοκαιρισμένα κινητά στο κεφάλι, αν έπαιζαν επιθετικά. Κατενάτσιο λοιπόν. Όλοι έπαιζαν μαζί του κατενάτσιο κι αυτός απογοητευμένος επέστρεφε στ’ αποδυτήρια με την αίσθηση, πως κανένας δεν ξέρει να παίζει, μόνον αυτός…
Κάποιοι την έβλεπαν ανάποδα. Ήθελαν σώνει και καλά να κερδίσουν. Μην μπορώντας να αντεπεξέλθουν στο ανορθόδοξο παιχνίδι του αντιπάλου, περιέρχονταν σε συνεχή φάουλ. Άγρια φάουλ. Κούρευαν πόδια, χέρια, αλλά κυρίως την ψυχή του. Ο διαιτητής του μυαλού του μοίραζε κόκκινες κάρτες αβέρτα. Όχι, δεν θα παίξετε στο επόμενο παιχνίδι… ούτε στο μεθεπόμενο… τιμωρία.
Νάτος λοιπόν τώρα, καθισμένος στο μικρό δωματιάκι του με ένα ποτήρι ουϊσκι στο χέρι, περιμένοντας να δύσει ο ήλιος για μια ακόμα μέρα μοναξιάς. Κουρασμένος, αποκαμωμένος έψαχνε μες στις αναμνήσεις του, αν υπήρξε ποτέ στη ζωή του έστω και ένας άξιος αντίπαλος. Και αν είχε ποτέ συμπαίκτες.
Τριγύριζε στο νου του όμως κάτι ακόμη. Κάτι καινούριο. Κάπου βαθιά μέσα του είχε αρχίσει να γεννιέται μια περίεργη, μια πρωτόγνωρη, ίσως η τελευταία του μαχητική και μάχιμη επιθυμία: να γίνει coach…
Όχι… δεν περίμενε πια συμπαίκτες…
Ξέρεις ότι καλύτεροι couch γίνονται αυτοί που απότυχαν ως παίκτες?
Σπάνια ένας καλός παίχτης έγινε και καλός couch.
Κάτι μου θύμισε εμένα όλο αυτό…
Όσο καλές προθέσεις και να έχουμε πάντως στο τέλος συμβαίνει ότι δίνεις (ή ότι αφήνεις να φανεί ότι δίνεις…) αυτό να παίρνεις…
Πονάς,ε;…
chris, Μπάγιεβιτς; Γιαννάκης; Έτσι, στα γρήγορα… Απ’ όλα έχει ο μπαχτσές πάντως…
debby, μάλλον κάπως έτσι είναι τα πράγματα…
kyriaz, ο παίκτης πονάει…