Στιγμές σωριασμένες στο πάτωμα·
πεταμένα παιχνίδια, σπασμένα.
Οι ρόδες απ’ τα κόκκινα φορτηγάκια
γυρίζουν πια στον αέρα
λόγω αδράνειας
και τα μάτια απ’ τις διαμελισμένες κούκλες
κοιτάζουνε στο πουθενά.
Το χέρι κάποιου παιδιού ήταν βάναυσο,
και ίσως θα τού ‘πρεπε η βέργα,
αν ο χρόνος κι η πείρα δεν σε ορμήνευαν,
πως κάθε χάραγμα
θα έκανε την παλάμη ακόμα σκληρότερη…
ῥὲ γαμῶτο εἶναι πολὺ φρικτὴ ἡ εἰκόνα μιᾶς σπασμένης κούκλας.
vangelaka, ναι… κυριολεκτικά και μεταφορικά…