Τα παράτησε.
Συνέλαβε την ιδέα της «απελευθέρωσης»
και έγειρε συνεσταλμένα στην πάνινη, φθηνή καρέκλα του.
Κουλουριάστηκε στη φωλιά της μοναχικότητας
και πάλευε μόνον κάποιες στιγμές
με τους εφιάλτες της εγρήγορσης
και δαίμονες νεκρούς, ανίσχυρους.
Τα παράθυρα χρησίμευαν ως μετερίζι:
εγώ και τ’ άλλα.
Εγώ και η συντονισμένη περιφορά του έσω Επιταφίου.
Σάλευε, ήταν σαφές.
Μα κανείς δεν κοίταζε.
Βούλιαζε στην καρέκλα,
όπως άλλοι βουλιάζουν σε άμμο κινούμενη.
Και τα πατζούρια απ’ τα παράθυρα
ήτανε το κλαδί της σωτηρίας του.
«Μην σπάσεις, μην σπάσεις», παρακαλούσε μέσα του.
Μα πάντα έσπαγε…
Και πάντα ξύπναγε
–πάλι και πάλι ζωντανός–
μες στη θολούρα
της υπερκορεσμένης ύπαρξής του.
Μέσα στον πανικό των εξετάσεων ξέχασα να περάσω να σου εκφράσω τη χαρά μου που συνεχίζεις, αν και το είχα δει από την αρχή. Σε ευχαριστώ!
καλημέρα 🙂
ρε συ συνας.. δεν διαβάζεις τα email σου;
🙂
Όταν οι δαίμονές σου είναι νεκροί, έχεις τελειώσει οριστικά.
成熟,就是有能力適應生活中的模糊。.................................................................
Συμφωνώ με τον προηγούμενο…
Άγγελε, εγώ σ' ευχαριστώ και περιμένω τηλ…
Μαίρη, αμέ! 🙂
3pad, ………..
Πέτρο, κι εγώ!!