Η mary μου έδωσε σήμερα
το έναυσμα γι’ αυτό εδώ το post
με ένα σχόλιό της:
«άραγε το μίσος να βγαίνει από το μισό; να’ χει σχέση με τον μισό εαυτό μας, όταν όλο το καλό χάνεται μέσα μας και μένει μόνο το κακό; ..υπάρχει πάντα κι ο άλλος μισός εαυτός, no?»
Ένας φίλος μου από το Γυμνάσιο έπινε διάφορα τότε. Μια φορά που είχε πάρει LSD, έβλεπε τους ανθρώπους ασπρόμαυρους και θεώρησε ότι έβλεπε μαύρη την κακία τους και άσπρη την καλοσύνη τους. Αυτό το αίσθημα του έμεινε για καιρό, αφού είχε φύγει η επίδραση του LSD. Έτρωγε φλασάκια και ξαναέβλεπε τους ανθρώπους ασπρόμαυρους. Μια μέρα μου είπε πως μοιάζω με yin-yang, χωρισμένη καθέτως στη μέση. Μάλιστα… ΟΚ… δεν μου φάνηκε κακό… (Το οριζοντίως θα με πείραζε λίγο…)
Πρόσφατα, κάποιος άλλος φίλος μου έλεγε, πως είμαι δύο: μία γλυκιά και μια στριμμένη. Με ρώταγε «Τώρα ποια απ’ τις δύο ενδιαφέρεται;» και τέτοια. Με τον καιρό συνειδητοποίησα, πως κι αυτός τους βλέπει όλους διπλούς. Χωρίς να έχει πιει όμως τίποτα. Θυμήθηκα τον φίλο μου απ’ το Γυμνάσιο. Ίδια φάση ουσιαστικά, μόνο που ο καινούριος μου φίλος δεν έχει καλά οπτικοακουστικά μέσα. Διακρίνει τη δυαδικότητα μόνο νοερά. Δεν έχω ξεδιαλύνει ακόμα, αν το κάνει με το τρίτο του μάτι ή με εγκεφαλική επεξεργασία των δεδομένων… Νομίζω, ούτε κι ο ίδιος.
Είμαστε λοιπόν όλοι οι άνθρωποι δύο; Ή σαν τους μπάτσους παίζουμε υποσυνείδητα το παιχνίδι του καλού και του κακού; Σαφώς, όλοι οι άνθρωποι κουβαλάμε μέσα μας όλες τις ιδιότητες του κόσμου. Αν δεν ήταν έτσι, δεν θα ήμασταν σε θέση και να τις αναγνωρίζουμε. Όμως αυτός ο διαχωρισμός σε μαύρο-άσπρο, είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο. Όχι τόσο με την έννοια του καλού-κακού –ποσώς θα με ενδιέφερε κάτι τέτοιο- αλλά με την έννοια της διαρκούς εσωτερικής σύγκρουσης.
Η πιο σαφής συγκινησιακή μου συνειδητοποίηση των τελευταίων χρόνων είναι ακριβώς η σύγκρουση αυτή. Ο «μισός» μου εαυτός επιθυμεί με πάθος, ο άλλος μισός βάζει αυτομάτως μπροστά έναν μηχανισμό καταστολής κάθε επιθυμίας. Άλλοτε εντονότερα, άλλοτε πιο υπόγεια. Σίγουρα πάντως ποτέ δεν διακατέχομαι από μία διακαή και κυρίαρχη επιθυμία. Πάντα συνοδεύεται από τον άλλον μπάτσο. Τον καλό, τον κακό… αναλόγως την περίπτωση και την επιθυμία. Έτσι κι αλλιώς τις περισσότερες φορές δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποιος είναι ποιος…
Επικεντρώνομαι στην επιθυμία, γιατί αυτή κινεί τα νήματα της ζωής μας, no? (no? που λέει κι η Μαιρούλα στο σχόλιό της…) Κι οι αντιδράσεις μας είναι η απόρροια του θυμικού μας. Όποιος μπάτσος επιβάλλεται κάθε στιγμή μέσα μας, παίρνει και το λόγο προς τα έξω…
Μ’ εσάς όμως τι γίνεται; Έχετε παρακολουθήσει ποτέ να διαδραματίζεται αυτό το παιχνίδι;
Ένας πρώην μου έλεγε ‘σε κατοικούν πολλές γυναίκες, με ποια μιλάω τώρα;’
Έχουμε πολλά πρόσωπα, πολλές πτυχές.
Εξαρτάται από τον άνθρωπο πυο έχουμε δίπλα μας κι απέναντί μας, από τα όσα βιώνουμε μα κι όσα έχουμε ήδη περάσει.
ΕΥΤΥΧΩΣ που είμαστε πληθωρικές 😉
αργυρένια
συνεχώς, βιωματικά, κυτταρικά, ζωδιακά και εσχάτως από εκούσιο τυχοδιωκτισμό.
και ξέρεις κάτι;
το νόμισμα δεν είναι μόνο κορώνα ή γράμματα
δεν είναι μόνο άσπρο και μαύρο,
αλλά αυτά τα ενδιάμεσα στο chiaro scuro της ζωής..
φιλί
Παλιά ονειρευόμουν ασπρόμαυρα ζώα με δύο κεφάλια, που ήταν μισά αρσενικά και μισά θηλυκά. Ένα πολύ περίεργο πράγμα.
Αυτό ως προς την δυαδικότητα του ανθρώπου όπως υποσυνείδητα τη βιώνουμε…
Κατά τα άλλα, συγκρούομαι συνεχώς με τον εαυτό μου, η αυτός με μένα, αναλόγως από ποια πλευρά το δει κανείς.
Κι όσο για τις διαφορετικές προσωπικότητες που είπε η Αργυρένια, απ’ αυτές… να φαν κι οι κότες. Εμφανίζω και μία καινούρια, κατά περίπτωση. Ξέρεις…
Tο σχόλιο της Aργυρένιας μου θύμισε το παρακάτω ποίημα (μιά και σήμερα είναι η μέρα της γυναίκας, ελπίζω να μου συγχωρήσετε το μέγεθος):
Jeni Couzyn: “House of Changes”
My body is a wide house
a commune
of bickering women, hearing
their own breathing
denying each other.
Nearest the door
ready in her black leather
is Vulnerable. She lives in the hall
her face painted with care
her black boots reaching her crotch
her black hair shining
her skin milky and soft as butter.
If you should ring the doorbell
she would answer
and a wound would open across her eyes
as she touched your hand.
On the stairs, glossy and determined
is Mindful. She’s the boss, handing out
punishments and rations and examination
papers with precise
justice. She keeps her perceptions in a huge
album under her arm
her debts in the garden with the weedkill
friends in a card-index
on the windowsill of the sitting room
and a tape-recording of the world
on earphones
which she plays to herself over and over
assessing her life
writing summaries.
In the kitchen is Commendable.
The only lady in the house who
dresses in florals
she is always busy, always doing something
for someone she has
a lot of friends. Her hands are quick and
cunning as blackbirds
her pantry is stuffed with loaves and fishes
she knows the time of trains and
mends fuses and makes
a lot of noise with the vacuum cleaner.
In her linen cupboard, new-ironed and neatly
folded, she keeps her resentments like
wedding presents – each week
takes them out for counting not to
lose any but would never think of
using any being a lady.
Upstairs in a white room is
my favourite. She is Equivocal
has no flesh on her bones
that are changeable as yarrow stalks.
She hears her green plants talking
watches the bad dreams under the world
unfolding
spends all her days and nights
arranging her symbols
never sleeps
never eats hamburgers
never lets anyone into her room
never asks for anything.
In the basement is Harmful.
She is the keeper of weapons
the watchdog. Keeps intruders at bay
but the others keep her
locked up in the daytime and when she escapes
she comes out screaming
smoke streaming from her nostrils
flames on her tongue
razor-blades for fingernails
skewers for eyes.
I am Imminent
live out in the street
watching them. I lodge myself in other people’s
heads with a sleeping bag
strapped to my back.
One day I’ll perhaps get to like them enough
those rough, truthful women
to move in. One by one
I’m making friends with them all
unobtrusively, slow and steady
slow and steady.
Νομίζω, ότι ως επί το πλείστον, έχουμε φωτεινές και σκιαρές πλευρές. Στον εαυτό μου έχω παρατηρήσει όμως, ότι όσο περισσότερο προσπαθώ να εκλογικεύω και να κατανοώ, τόσο χάνεται η σκοτεινή μου πλευρά που συνήθως με τρώει και με αναλώνει. Περιοριζομαι πλέον στην αθέατη (και όχι σκοτεινή) που απλά με τροφοδοτεί.
Σκιερές βέβαια.
(λοιπόν στο μπλογκς σου, όλο σαρδάμ κάνω. Καλό;)
έχω δίδυμο αδερφό και πιο παλιά οι συμμαθητές του μεγάλου μου αδερφού μας ξεχώριζαν γιατί εγώ ήμουν ο κακός. σε άλλους χώρους εγώ ήμουν ο καλός. πάντα όμως είχαμε αυτό τον χαρακτηρισμό σε συνάρτηση με τον άλλον.μας πως τους ξεχωρίζεις.δεν βλέπεις ο μ είναι πιο άγριος. συνήθως είμαι εγώ ο κακός αλλά δεν με πειράζει. είμαστε μαζί εμείς το γινκ και το γιανκ,ο ένας μαύρο και ο άλλος ασπρο.όταν δεν είμαστε μαζί υποθέτω ότι με βλέπουν ασπρόμαυρο.
α μαίρη: :)))))
β μαίρη: ! 😉
wow! χαίρομαι που σου έδωσα έναυσμα για άρθρο :))
εγώ λοιπόν, το περασμένο σαββατοκύριακο ήμουν σε εντελώς σχιζοφρενική φάση. έπρεπε να πείσω τον ‘καλό’ μου εαυτό να γυρίσει έστω να κοιτάξει τον ‘κακό’ μου εαυτό. τόση ήταν η άρνηση μέσα μου που δεν το άντεξα και μας έστησα και τους δυο εκεί στον καθρέφτη και μας ανάγκασα να τα βρούμε!!
τα βρήκαμε! τώρα είμαστε μια χαρά πλάσμα!!!!! εν τη ενώση η ισχύς 🙂 αέεεεεεεεεεεεεεεεραααααα!
καλό σαββατοκύριακο 🙂
Αργυρένια, ευτυχώς-δυστυχώς, μήπως αλλάζει;
ντέφι, ναι… ήθελα μόνο να τονίσω τον εσωτερικό μας πόλεμο.
3 pad, είμαστε οι ηθοποιοί της ζωής…
π, άντε να την κάνεις καλά τωρά αυτήνανε!!
dawkinson, όλες οι πλευρές μού φαίνονται ισάξιες, σημαντικές και καλοδεχούμενες…
maxim, ωραία μεταφορά του μέσα στο έξω… πολύ ωραία…
mary, εν τη ενώσει η γαλήνη… Γίνεται άραγε αυτό;
γίνεται :))