Δεν μπορούσε να σύρει τα πόδια της. Τα χέρια της έτρεμαν. Το οινόπνευμα είχε αρχίσει να επηρεάζει επικίνδυνα το νευρικό της σύστημα. Οι μυς της έφθιναν, τα πνευμόνια της έφραζαν από τις δεκάδες τσιγάρων που συνόδευαν το ανεξέλεγκτο πια μεθοκόπημα. Ολόκληρος ο οργανισμός της κατέρρεε και συμπαρέσυρε το πνεύμα. Δεν ήταν πια σε θέση να σκεφτεί καθαρά, ούτε τις λιγοστές στιγμές που ήταν νηφάλια. Η μνήμη της την πρόδιδε όλο και συχνότερα. Μπέρδευε τα λόγια της, έκανε αναγραμματισμούς, ξεχνούσε ακόμη και καθημερινές λέξεις.
Το μικρό της διαμέρισμα έμοιαζε με χοιροστάσιο, τα πιάτα στοιβάζονταν για βδομάδες στο νεροχύτη, μέχρι να την επισκεφθεί η μάνα της από το χωριό και να της τα πλύνει εκείνη. Έπινε πάντα σε μία κούπα του καφέ. Πάντα την ίδια. Όπως ήταν, άπλυτη. Της έχυνε μέσα μία πικρό καφέ και μία οτιδήποτε αλκοολούχο έπεφτε στα χέρια της. Σε κάθε πιθανή κρυψώνα του σπιτιού υπήρχαν χωμένα μπουκάλια, συνήθως άδεια. Οι κουρτίνες κιτρινισμένες, η ατμόσφαιρα πηχτή. Δεν αέριζε ποτέ. Την έπαιρνε ο ύπνος μεθυσμένη πάνω στον παλιό καναπέ με τα βγαλμένα άντερα. Δίπλα στις κούτες και τ΄ αποφάγια από πίτσες ημερών.
Δεν έτρωγε πολύ. Πότε-πότε μόνο δάγκωνε λίγο από κάποιο παλιοκαιρισμένο κομμάτι. Κι έπινε κάτι βιταμίνες, για να κοροϊδεύει τον εαυτό της, πως κάνει κάτι γι’ αυτόν, πως δήθεν τον νοιάζεται… Είχε μείνει πετσί και κόκαλο. Μία σκιά του παλιού της εαυτού. Και το δέρμα της είχε κι αυτό κιτρινίσει σαν τις κουρτίνες κι είχε γεράσει πρόωρα.
Το τηλέφωνο είχε από καιρό πάψει να χτυπάει, οι φίλοι είχαν κουραστεί απ’ την κατάντια και το άφημά της. Ένοιωθαν ανήμποροι να της προσφέρουν το παραμικρό, αλλά κι εκείνη δεν είχε τίποτα πια να τους δώσει. Είχαν όλα στερέψει. Έτσι κι αλλιώς τις περισσότερες φορές έδειχνε με κάθε τρόπο, πόσο την κούραζαν αυτές οι «κοινωνικές» επισκέψεις, όπως τις έλεγε. Προτιμούσε τη μοναξιά. Τουλάχιστον δεν χρειαζόταν να δείχνει χαρούμενη, ούτε ήταν υποχρεωμένη να ντύνεται και να φτιάχνεται για τα μάτια κανενός. Γιατί μέσα στη μέθη της σερνόταν ακόμα κάποιος τραυματισμένος ναρκισσισμός και δεν ήθελε να την βλέπουν οι άλλοι στα μαύρα της τα χάλια. Γι’ αυτό εξάλλου είχε σταματήσει να βγαίνει κι από το σπίτι. Το έκανε σπανίως, μόνο όταν ήταν απόλυτη ανάγκη.
Πώς άραγε είχε φτάσει μέχρι εκεί; Ούτε που είχε καταλάβει. Στην αρχή έπινε απλώς, γιατί βαριόταν. Και γιατί όλα της φαίνονταν ανούσια και μάταια. Χαζά… Με τον καιρό της έγινε συνήθεια. Παραμελούσε τις καθημερινές ασχολίες της, τον εαυτό της, ακύρωνε ραντεβού, ξεχνούσε γενέθλια και γιορτές, κοιμόταν όλη μέρα…
Ώσπου ήρθε εκείνος. Εκείνος που νόμιζε, πως θα της άλλαζε τη ζωή. Που μπορούσε να κάθεται να τον ακούει για ώρες. Και σαν κοιμόταν να τον χαζεύει μέχρι να ξημερώσει. Όμως κι εκείνος έφυγε. Δεν άντεχε αυτήν τη μονοτονία του «Μόνοι, μαζί, συνέχεια, μέσα…» Ούτε την αγάπη της άντεχε: του είχε γίνει στενός κορσές. Άσε που του έκανε αφόρητες σκηνές ζήλιας. Κόλαση. Ήταν προδιαγεγραμμένη η πορεία αυτής της σχέσης, δεν υποφερόταν από κανέναν για πολύ.
Εκείνη τον είχε αποχαιρετήσει με προσποιητή αδιαφορία στην πόρτα του διαμερίσματός της. Μόλις την έκλεισε όμως, πέταξε απελπισμένη πάνω της ένα μπουκάλι κόκκινο κρασί. Μετά σύρθηκε κλαίγοντας μπροστά απ’ την πόρτα και έγλυψε το χυμένο κρασί από το πάτωμα, μέχρι που τα χείλη της έγιναν μαβιά. Δεν ξανασηκώθηκε ποτέ…
Ωραίο κείμενο, Σύνας. Δυνατό.
Νομίζω πως καταλαβαίνω καλά τις διάφορες εξαρτήσεις. Κι ενώ κρύβουν διάφορες αιτίες από πίσω τους, βλέπω πως έπιασες δύο από τις σημαντικότερες. Την ανία της ζωής, και τη ματαιότητα της ύπαρξης.
Κι όταν νιώθουμε έτσι, δεν μπορεί να μας σώσει κανείς, ούτε καν ο έρωτας, γιατί κι αυτόν τελικά τον βλέπουμε με τα ίδια μάτια που βλέπουμε κι όλα τ’ άλλα στη ζωή μας…
εμένα με άγγιξε πολύ και παντού το κείμενο. βλέπω τον εαυτό μου μέσα σ’αυτό, στα πρόθυρα όλων όσων αναφέρονται.
πολύ δυνατό.
3pad, σαν αίτιο για τις εξαρτήσεις εγώ βλέπω μόνο την έλλειψη αγάπης. αν δεν καταφέρει κάποιος να αγαπήσει πραγματικά τη δικιά του ύπαρξη δεν μπορεί να απεγκλωβιστεί και θα πέφτει από εξάρτηση σε εξάρτηση μέχρι που κάποια να τον εξοντώσει. (τα ίδια λέω τελικά;)
καλημέρα 🙂
3 pad & mary,
κατ’ αρχήν σας ευχαριστώ και τις δύο για τα καλά σας λόγια.
Όλα προβολές είναι… συν το κλασικό πρόβλημα της νοηματοδότησης…
Αν δεν μπορείς να τα βρεις με τον εαυτό σου, δεν τα βρίσκεις με κανέναν.
Κι αν δεν ψάχνεις το νόημα στα πάντα, δεν βρίσκεις νόημα σε τίποτα.
Ο πατέρας ενός φίλου μου είχε πει το αριστουργηματικό: “Ξέρεις ποιο είναι το νόημα της ζωής; Να βρεις το νόημα της ζωής…”
Το νόημα της ζωής είναι όποιο της δώσεις εσύ, είναι το καλύτερο που έχω ακούσει σχετικά μ’ αυτό το θέμα…
Η Μαίρη δεν έχει καθόλου άδικο εδώ που τα λέμε
Η κορύφωση της αυτοκαταστροφής για την αγάπη που δεν ήταν και δεν ήρθε…
Τελικά, κάτι απόλυτα καθημερινό και συνηθισμένο.
Πολύ ξύλο δίνει το κείμενό σου Σύνας…
το νόημα της ζωής είναι όποιο της δώσεις εσύ..
πολύ μ’άρεσε αυτό. το κρατώ
Απ’ τα γραφτά που σε πιάνουν απ’ τους ώμους και σε ταρακουνάνε…
3 pad & mary, ένας ψυχοπαθής μπορεί να δώσει στη ζωή το νόημα, να βοηθάει τον κόσμο να φύγει απ’ τον μάταιο τούτο κόσμο και τη δυστυχία του…
dawkinson, ναι, η αυτοκαταστροφή παίζει πολύ μπάλα στην ανθρώπινη ψυχή… Κι ο έρωτας, αιώνια αρένα της…
dodos, τα μωρά, αν τα πιάσεις απ’ τους ώμους και τα ταρακουνήσεις με δύναμη, παθαίνουν μόνιμες εγκεφαλικές βλάβες!! Ελπίζω να μην ισχύει αυτό και για τους ενήλικες…
synas, έχεις δίκηο. (π.χ. φραγκογιαννού στη “φόνισσα” του παπαδιαμάντη. επίκαιρο στο νησί λόγω ανεβάσματος στο θέατρο αυτό τον καιρό).
ένας ψυχοπαθής μπορεί να δώσει νόημα το οποίο να ξεφεύγει προς κάποια κατεύθυνση. είναι όμως μονόπλευρο γιατί τα κομμάτια του ατόμου είναι disconnected. δεν αγαπάει όλα τα κομμάτια του και θέλει να τα εξοντώσει, μέσω του να τα σκοτώνει σε όσους τα βλέπει.
καλημέρα 🙂
(πάω για breakfast στη μαμά!)
Πράγματι δυνατό κείμενο…
Όμως δε θέλω να το αξιολογήσω λογοτεχνικά-η διάσταση του πόνου και της αυτοκαταστροφής ασφυκτιά σε σχήματα λόγου και προσεγμένες προτάσεις.
Σέβεσαι τον άνθρωπο και τα πάθη του, synas.Μ’ αρέσει που δεν ηθικολογείς ενώ το θέμα σου προσφέρεται για κάτι τέτοιο.
(Τι είπαμε πως σπούδασες;….)
Χαμόγελο καλημέρας!
Ξαναγυρνώ, γιατί με στοίχειωσε το κείμενο αυτό και έχω περισσότερα να πω.
Η έλλειψη νοηματοδότησης είναι αλήθεια αιτία αυτοκαταστροφής. Όμως, για τους περισσότερους που είναι σε επαφή με το συναισθηματικό τους γίγνεσθαι, το οποίο και βιώνουν πολύ έντονα -τους κατα κόσμον ‘υπερευαίσθητους’-
τι άλλο νόημα από το αγαθό της επικοινωνίας και της αγάπης? Όταν λοιπόν αυτό συνεχώς αποδεικνύεται χίμαιρα και τους κλείνει την πόρτα στα μούτρα, όχι μια μπουκάλα, αλλά και όλη η παραγωγή της Νεμέας δε φτάνει. Και δεν είναι pathetic αυτοί οι άνθρωποι. Είναι αυτοί που κάνουν τη ζωή ενδιαφέρουσα΄. Αυτοί που της δίνουν νόημα με τα βιβλία τους,της βάζουν χρώμα με τα έργα τέχνης τους και καθοδηγούν τη σκέψη μας με τη μουσική τους. Τέτοιοι είναι οι μεγάλοι δημιουργοί. Γράφουν την ιστορία, μόνοι, με μια μπουκάλα στο χέρι. Εμείς οι υπόλοιποι, απλά τη διαβάζουμε.
Το ‘πα.
Δυνατό και δύσκολο κείμενο!!!
Hello!
This work is very good, thank you
have nice wkend
mary, ωραία η “Φόνισσα”… Μου είχε κάνει εντύπωση τότε… στο σχολείο…
teiresias, μα γιατί είμαι κι εγώ μια γυναίκα με πάθος! Εσείς;
dawkinson, δεν θα διαφωνήσω μαζί σου…
g help me, δύσκολο… Ειδικά, όταν το ζεις…
david santos, and you a nice week.
…!!!
g help me, thanks!
“Η αγάπη άργησε μια μέρα”…Μπορεί να αργήσει και για μια ζωή.
Με άγγιξε το κείμενο αυτό γιατί κάπως έτσι ήταν ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο(ευτυχώς όχι για πολλά χρόνια).
Διαβάστε κι αυτό…
Ο αλκοολισμός είναι μια δύσκολη ασθένεια. Υπάρχουν πολλά πράγματα που νομίζουμε ότι ξέρουμε για αυτήν ποια όμως είναι η Αλήθεια; Μερικές από αυτές θα μάθετε εδώ http://sterngr.blogspot.com/. Το κείμενο σου ωραίο βγάζει πόνο. Μπορώ να το καταλάβω αφού βαδίσαμε σε δρόμους παράλληλους. Καλή δύναμη και καλή συνεχεία. Theogr
theogr, να είσαι καλά. Ενδιαφέρον και χρήσιμο το μπλογκ σου.